πληβείος

πληβείος
πληβείος, ο θηλ. πολίτης κατώτερης κοινωνικής τάξης στην αρχαία Ρώμη.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πληβείος — α, ο, / πληβεῑος, ΝΜΑ, και πληβήιος, ΐα, ον, Α αυτός που κατάγεται από λαϊκή, κατώτερη κοινωνική τάξη 2. (στην αρχ. Ρώμη) πολίτης από κατώτερη τάξη που δεν είχε ευγενή καταγωγή, σε αντιδιαστολή προς τους πατρικίους. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. plebeius… …   Dictionary of Greek

  • τζίτζικας — Oνομασία ομόπτερων εντόμων του γένους τέττιξ, που περιλαμβάνει πολυάριθμα είδη. Πολύ κοινός στην Ελλάδα είναι ο τέττιξ ο πληβείος (cicada plebeja), μήκους περίπου 40 χλστ., μαύρου χρώματος, στικτού με κίτρινο και καλυμμένος με άσπρο χνούδι ζει… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Κούριος Δεντάτος Μάνιος — (; – 270 π.Χ.). Ρωμαίος πληβείος στρατηγός. Έγινε πρότυπο της αρχαίας ρωμαϊκής αρετής και λιτότητας. Ως ύπατος το 290, το 274 και το 273, νίκησε τους Σαμνίτες και τερμάτισε τον Σαμνιτικό πόλεμο. Νίκησε επίσης τον Πύρρο στο Μπενεβέντουμ και για… …   Dictionary of Greek

  • πατρίκιος — ο θηλ. πατρικία Ρωμαίος πολίτης ευγενούς καταγωγής (αντίθ. πληβείος) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”